Στο «Porto Leone – Στη γειτονιά με τα κόκκινα φανάρια», ο Βασίλης Μπισμπίκης δίνει σάρκα και οστά στον διεφθαρμένο αστυνόμο Σπύρο Γιάμαρη, έναν ήρωα «με ρωγμές», όπως τον περιγράφει.

Η Τρούμπα του ’60 γίνεται πρωταγωνίστρια στη μεγάλη υπερπαραγωγή του Alpha, το «Porto Leone – Στη γειτονιά με τα κόκκινα φανάρια». Ένα σύμπαν γεμάτο σκοτάδι, επιθυμία, επιβίωση και σύγκρουση τάξεων, με δύο οικογένειες να κρατούν το νήμα μιας ιστορίας που ξετυλίγεται σε δύο κόσμους: τον καθωσπρέπει και τον υπόγειο.

Ο Βασίλης Μπισμπίκης, που υποδύεται τον αστυνόμο Σπύρο Γιάμαρη, μιλά για τον ρόλο και τη δυσκολία του να αποδώσεις εκείνη την εποχή με ακρίβεια:

«Αποτελεί μεγάλη πρόκληση να αναβιώσεις την Τρούμπα του ‘50-‘60, είναι μεγάλο στοίχημα. Καταφέραμε να αγγίξουμε ρεαλιστικά αυτό το κομμάτι, να το αποτυπώσουμε. Και φωτογραφικά και συναισθηματικά και σεναριακά. Οι νεότερες γενιές δεν έχουν αναμνήσεις από αυτή την εποχή, παρά μόνο εικόνες από ελληνικές ταινίες, όπως τα Κόκκινα Φανάρια και κάποιες άλλες. Δεν υπάρχει κάτι άλλο».

Ο Γιάμαρης «δεν είναι κακός χαρακτήρας», εξηγεί:

«Είναι ένας διεφθαρμένος αστυνομικός στην Ασφάλεια, στο Τμήμα Ηθών, που χρηματίζεται από τους επιχειρηματίες των νυχτερινών κέντρων, συνεργάζεται με τις σεξεργάτριες, κινείται μέσα σε όλο αυτό το κύκλωμα. Είναι ένας άνθρωπος με τα δικά του θέματα, με εμποδισμένους έρωτες, ευαίσθητος κατά τα άλλα. Έχει συναισθηματικές ρωγμές. Είναι ανάμεσα σε δύο οικογένειες: μία που χειρίζεται τον παράνομο κόσμο της Τρούμπας και μια εφοπλιστική οικογένεια. Κάποια στιγμή ανεξαρτητοποιείται, ερωτεύεται τη γυναίκα του εφοπλιστή και την υπερασπίζεται μέχρι τέλους».

Όσο για το τι είναι τελικά η Τρούμπα του ’64-’65;

«Το πιο σημαντικό κομμάτι ήταν η επιβίωση. Αυτό κινεί τους ανθρώπους σε ακραίες καταστάσεις. Υπήρχε και ερωτισμός, και φτώχεια και ανθρωπίλα. Μην ξεχνάμε ότι είμαστε μετά από πολέμους, τα πράγματα είναι δύσκολα. Οι νταήδες, ο ναυτικός στόλος, οι Αμερικάνοι… όλα έχουν και πολύ σκοτάδι και νοσηρότητα. Το φως έβγαινε από μικρές γωνιές. Και αυτό το δείχνουμε. Δεν ωραιοποιούμε – το αγγίζουμε με αλήθεια».

Από την άλλη, ο Βασίλης Μηλιώνης υποδύεται τον Γρηγόρη Βούλγαρη, γιο μιας αστικής, οικονομικά ισχυρής οικογένειας, και όπως λέει:

«Ένα από τα πράγματα που πραγματεύεται η σειρά είναι το τι είναι καλό και τι είναι κακό. Τα όρια μεταξύ των δύο είναι αρκετά ρευστά. Κάτι που φαίνεται παραβατικό μπορεί να έχει κάτι το ανθρώπινο. Εγώ είμαι ο γόνος της οικογένειας των εφοπλιστών, γιος της Κλέλιας Ρένεση και του Αντώνη Καρυστινού, και ο ρόλος μου δίνει την εναρκτήρια σπίθα για να ξεκινήσει η ιστορία».

Ο Γρηγόρης μεγαλώνει στην Καστέλα, σε έναν προστατευμένο κόσμο, αλλά η επαφή του με την Τρούμπα και το Porto Leone αλλάζει τα πάντα:

«Όπως σε κάθε εποχή, έτσι και τότε, υπάρχουν νέοι εγκλωβισμένοι στα πάθη τους, παραβατικοί, νέοι που πρέπει να είναι οι πρώτοι, οι “καλοί”. Το περιβάλλον των γονέων είναι καταπιεστικό. Ο δικός μου χαρακτήρας καταλήγει στο καμπαρέ Porto Leone – και το πληρώνει πολύ ακριβά. Αυτό είναι το ωραίο στο σενάριο. Βλέπουμε την πάλη μέσα σε αυτόν τον άνθρωπο, τι έκανε λάθος και τι όχι. Ο δραματουργικός πυρήνας είναι πολύ ισχυρός».

Το Porto Leone είναι τελικά κάτι παραπάνω από ένα καμπαρέ. Είναι ένας μικρόκοσμος. Ένας κόσμος που «όλα γίνονται», όπως λέει ο Μπισμπίκης. Ένα σύμπαν που αποτυπώνει την εποχή, με όλες τις αντιθέσεις, τις πληγές και τα πάθη της. Ένας καθρέφτης της κοινωνίας.

Κι εμείς, μπροστά του, καλούμαστε να δούμε – όχι μόνο τι συμβαίνει στην οθόνη, αλλά και μέσα μας.

ΞΕΧΩΡΙΣΤΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ